Επικόλληση Αντιγραφής
Τα σφυρίγματα που αντηχούσαν στα μακρινά μπαλκόνια
τα παιδιά ξέραν να τα αποδίδουν ευφάνταστα στα πουλιά
κι όχι στους παραπλανητικούς ανθρώπους
με κάποια συγκινητική κατηγορηματικότητα
στο ουράνια απιθωμένο βλέμμα.
Τα λουλούδια τα εγκαταλείψαμε να γερνούν στους κάδους
για να πεθαίνουν σαν όντα εξωπραγματικά.
Όμως ποιος χάνει τον καιρό του
ρεμβάζοντας πρόσκαιρα το ανέφικτο;
Όσο εγώ έμπλεκα τα δάχτυλα μ' ανείπωτη λαχτάρα
στη φυσαρμόνικα του λεωφορείου
έλεγα πως ήταν τα δικά σου χέρια
να τα θηκαρώνουν με στοργή περίσσια.
Έτσι σε ερανίστηκα στα πρόσωπα των άλλων
για να σε πλάσω από αποκόμματα
που ανήκαν ισάξια στο γένος των ανθρώπων
μα και για να σε κατατάξω στο ευεύρετο.
Όμως εσύ ήσουν τελικά απλές προσθαφαιρέσεις
από συνταγή με υλικά δυσπρόσιτα, συγκεχυμένα.
Ένα χέρι αυθαίρετο σαν υποστύλωμα
να στηρίζει το αποφασιστικό εξωστρεφές σαγόνι
και την αφηρημένα δυσαρεστημένη ματιά
που έμοιαζε να ψηλαφίζει κάτι
πέρα από την ασάλευτη παρουσία του τώρα
Πού άραγε να ήσουν όσο λάξευα
ανθρώπους τηλεσκόπια με τη δική σου ουσία;
Σκέφτηκα πως έζησα για ν' αναρωτιέμαι
αλλά έπειτα αναρωτήθηκα πώς έζησα.
Δε βρήκα μια απάντηση.
Τεμαχίζαμε τον χρόνο για να θέτουμε
ένα αυθαίρετο τέλος στην εκτεταμένη δυστυχία.
Οι νοητοί κύκλοι ήταν μια μάλλον αφελής δικαιολογία
για ν' απαιτούμε τύχη προσφιλέστερη.
Ενώ με κύκλωνε ο καπνός τσιγάρων
που θέλησε να υπενθυμίσει στους μοναχικούς θαμώνες
τη διηνεκή απαρατήρητη συντροφιά του αέρα
συλλογίστηκα πως και αν ποτέ έψαξα κάτι
ήταν για να το αφήσω να με βρει.
τα παιδιά ξέραν να τα αποδίδουν ευφάνταστα στα πουλιά
κι όχι στους παραπλανητικούς ανθρώπους
με κάποια συγκινητική κατηγορηματικότητα
στο ουράνια απιθωμένο βλέμμα.
Τα λουλούδια τα εγκαταλείψαμε να γερνούν στους κάδους
για να πεθαίνουν σαν όντα εξωπραγματικά.
Όμως ποιος χάνει τον καιρό του
ρεμβάζοντας πρόσκαιρα το ανέφικτο;
Όσο εγώ έμπλεκα τα δάχτυλα μ' ανείπωτη λαχτάρα
στη φυσαρμόνικα του λεωφορείου
έλεγα πως ήταν τα δικά σου χέρια
να τα θηκαρώνουν με στοργή περίσσια.
Έτσι σε ερανίστηκα στα πρόσωπα των άλλων
για να σε πλάσω από αποκόμματα
που ανήκαν ισάξια στο γένος των ανθρώπων
μα και για να σε κατατάξω στο ευεύρετο.
Όμως εσύ ήσουν τελικά απλές προσθαφαιρέσεις
από συνταγή με υλικά δυσπρόσιτα, συγκεχυμένα.
Ένα χέρι αυθαίρετο σαν υποστύλωμα
να στηρίζει το αποφασιστικό εξωστρεφές σαγόνι
και την αφηρημένα δυσαρεστημένη ματιά
που έμοιαζε να ψηλαφίζει κάτι
πέρα από την ασάλευτη παρουσία του τώρα
Πού άραγε να ήσουν όσο λάξευα
ανθρώπους τηλεσκόπια με τη δική σου ουσία;
Σκέφτηκα πως έζησα για ν' αναρωτιέμαι
αλλά έπειτα αναρωτήθηκα πώς έζησα.
Δε βρήκα μια απάντηση.
Τεμαχίζαμε τον χρόνο για να θέτουμε
ένα αυθαίρετο τέλος στην εκτεταμένη δυστυχία.
Οι νοητοί κύκλοι ήταν μια μάλλον αφελής δικαιολογία
για ν' απαιτούμε τύχη προσφιλέστερη.
Ενώ με κύκλωνε ο καπνός τσιγάρων
που θέλησε να υπενθυμίσει στους μοναχικούς θαμώνες
τη διηνεκή απαρατήρητη συντροφιά του αέρα
συλλογίστηκα πως και αν ποτέ έψαξα κάτι
ήταν για να το αφήσω να με βρει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου